Διατροφή στην εγκυμοσύνη

Μία σωστή και ισορροπημένη διατροφή που εξασφαλίζει τη διατήρηση σωστού σωματικού βάρους κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης καθώς μπορεί να επηρεάσει άμεσα τόσο την ικανότητα σύλληψης της γυναίκας όσο και την ομαλή έκβαση της εγκυμοσύνης και του τοκετού.

Ελλιποβαρείς γυναίκες λόγω κακής ή στερητικής διατροφής συχνά εμφανίζουν αναιμία ή διαταραχές του κύκλου (όλιγο- ή/και αμηνόρροια) και μπορεί να εκδηλώσουν ελαττωμένη ικανότητα σύλληψης ή αυξημένες πιθανότητες για καθυστέρηση της ενδομήτριας ανάπτυξης του εμβρύου, γέννηση ελλιποβαρούς εμβρύου  καθώς και   πρόωρου τοκετού. Τα ελλιποβαρή έμβρυα μπορούν να εμφανίσουν αργότερα διάφορες διαταραχές  στην ενήλικη ζωή τους όπως  υπέρταση,  σακχαρώδη διαβήτη και   υπερλιπιδαιμία. Η έγκαιρη αποκατάσταση του σωματικού βάρους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης φαίνεται να βελτιώνει την εμφάνιση αυτών των επιπλοκών.

Ελαττωμένη ικανότητα σύλληψης και εμφάνιση επιπλοκών στην εγκυμοσύνη μπορούν να εκδηλωθούν και στις παχύσαρκες γυναίκες. Ο  σακχαρώδης διαβήτης κύησης, η υπέρταση εγκυμοσύνης, οι υποτροπιάζουσες κολπίτιδες, οι λοιμώξεις του ουροποιητικού καθώς και η αυξημένη επίπτωση της καισαρικής τομής λόγω υπέρβαρων εμβρύων  είναι  καταστάσεις, στατιστικά, συχνότερες  σε παχύσαρκες εγκύους. Επιπρόσθετα, τα υπέρβαρα νεογνά που γεννιούνται από παχύσαρκες μητέρες μπορούν να εμφανίσουν  συχνότερα σακχαρώδη διαβήτη στην μετέπειτα ζωή τους.

Σωματικό βάρος

Το σωστό σωματικό βάρος κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης εξαρτάται από τον Δείκτη Μάζας Σώματος ΒΜΙ πριν την εγκυμοσύνη και την ιδανική πρόσληψη  επιπλέον βάρους αναλόγως του αρχικού ΒΜΙ.

Για τον υπολογισμό του ΒΜΙ διαιρείται το βάρος (σε κιλά) με το τετράγωνο του ύψους  (σε μέτρα). Για παράδειγμα, αν το βάρος  είναι 56 κιλά και το ύψος  είναι 1,67 μέτρα, το ΒΜΙ είναι  56/1,672=20,1. Με βάση το αρχικό ΒΜΙ θα γίνει και ο ανάλογος υπολογισμός των επιπλέον κιλών που συνιστάται να πάρει η γυναίκα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Στη περίπτωση μονήρους (ενός εμβρύου) εγκυμοσύνης οι συστάσεις έχουν ως εξής :

  • Όταν το ΒΜΙ είναι κανονικό (18,5 – 26), η ιδανική πρόσληψη βάρους κυμαίνεται στα 11 – 15  κιλά περίπου.
  • Σε αδύνατες γυναίκες (ΒΜΙ < 18,5), η ιδανική πρόσληψη βάρους είναι μεγαλύτερη, στα 12 – 18  κιλά.
  • Σε υπέρβαρες γυναίκες (ΒΜΙ 26 – 29), η ιδανική πρόσληψη βάρους είναι λίγο μικρότερη, στα 7 – 11  κιλά.
  • Σε παχύσαρκες γυναίκες (ΒΜΙ > 29), η ιδανική πρόσληψη βάρους είναι ακόμα μικρότερη,  στα 7 – 9  κιλά  ή ακόμη λιγότερα.

Σε μια φυσιολογική μονήρη κύηση μιας εγκύου με φυσιολογικό αρχικό ΒΜΙ, το προσληφθέν βάρος κατά την εγκυμοσύνη κατανέμεται ως εξής:

Εκτός του συνολικού αριθμού των κιλών, ιδιαίτερη σημασία έχει και ο ρυθμός της  πρόσληψής τους. Φυσιολογικά στη διάρκεια της εγκυμοσύνης θα πρέπει να πάρετε κατά μέσο όρο 10-12 κιλά, με ρυθμό τέτοιο ώστε να μην ξεπερνά τα 300 γραμμάρια την εβδομάδα, δηλαδή περίπου 1200 γραμμάρια το μήνα. Ο μεταβολισμός της εγκύου, η σωματική δραστηριότητα καθώς και συμπτώματα όπως οι εμετοί, οι ναυτίες, η ευαισθησία στις οσμές, η αύξηση ή η μείωση της όρεξης επηρεάζουν άμεσα τον ρυθμό πρόσληψης του βάρους. Στα πλαίσια, λοιπόν, της ιδανικής πρόσληψης βάρους κρίνεται αναγκαία η διατήρηση ενός σωστού προγράμματος διατροφής στο κάθε τρίμηνο της εγκυμοσύνης.

Διατροφικές ανάγκες

Πρώτο τρίμηνο

Οι θερμιδικές ανάγκες του  πρώτου τριμήνου εμφανίζονται ελαφρώς  αυξημένες και συγκεκριμένα κατά  50–100 επιπλέον θερμίδες ανά ημέρα. Έτσι δεν χρειάζεται να αυξήσετε ιδιαίτερα την ποσότητα του φαγητού που καταναλώνετε ημερησίως,  απλώς  αρκεί 1 φρούτο ή μια φέτα ψωμί επιπλέον για να τις καλύψει.

Ωστόσο, αυξάνονται σημαντικά οι απαιτήσεις για φυλλικό οξύ και βιταμίνη Α. Το φυλλικό οξύ είναι απαραίτητο  για την ανάπτυξη του νευρικού σωλήνα του εμβρύου, τη σύνθεση του DNA και τη πρόληψη της μεγαλοβλαστικής αναιμίας. Η διεθνώς συνιστώμενη δόση φυλλικού οξέος για την εγκυμονούσα είναι 600μg ημερησίως. Η εξασφάλιση αυτής της ημερήσιας ποσότητας γίνεται με τη χορήγηση συμπληρωμάτων φυλλικού οξέως σε δόση 400μg/ ημέρα μέχρι τη 12η  εβδομάδα, ενώ η υπόλοιπη ποσότητα θα πρέπει να λαμβάνεται μέσω της διατροφής.  Η βιταμίνη Α είναι απαραίτητη για τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων του εμβρύου και την ανάπτυξη των οργάνων του. Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη της βιταμίνης Α  είναι αυξημένη  κατά 20% σε σχέση με μία μη έγκυο γυναίκα. Μία ισορροπημένη διατροφή θα μπορούσε να καλύψει τις επιπλέον ανάγκες σε βιταμίνη Α χωρίς την ανάγκη χορήγησης συμπληρωμάτων. Η δε υπερβιταμίνωση  μπορεί να αποβεί  τοξική και τερατογόνα για το έμβρυο.

Δεύτερο και τρίτο τρίμηνο

Οι  θερμιδικές  ανάγκες του  δεύτερου τριμήνου αυξάνονται  κατά περίπου 300-350 θερμίδες/ ημέρα. Αναλόγως αυξημένες εμφανίζονται και οι ημερήσιες ανάγκες σε σίδηρο, ασβέστιο και μαγνήσιο και καθώς δεν μπορούν να καλυφθούν μόνο από τη διατροφή, κρίνεται σκόπιμη η χορήγηση συμπληρωμάτων.

Προκειμένου να ενισχυθεί η απορρόφηση σιδήρου από τον οργανισμό, τα παραπάνω τρόφιμα θα πρέπει ιδανικά να συνδυαστούν με πηγές βιταμίνης C (εσπεριδοειδή, κόκκινη πιπεριά, ακτινίδιο, φράουλες, μπρόκολο, λαχανάκια Βρυξελλών).

Η κατανάλωση 3-4 μερίδων γαλακτοκομικών προϊόντων, θα μπορούσε να  καλύψει τις ημερήσιες ανάγκες της εγκύου σε ασβέστιο (1000mg/ ημέρα), χωρίς να χρειάζεται συμπληρωματική χορήγηση ασβεστίου (μία μερίδα γαλακτοκομικών παρέχει περίπου 300mg ασβεστίου και αντιστοιχεί σε 1 ποτήρι γάλα, 150 γρ. γιαούρτι, 1 σπιρτόκουτο τυρί). Προτιμώνται  προϊόντα με μειωμένα λιπαρά και αποφεύγεται ο συνδυασμός τους  με πηγές σιδήρου.

Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει επίσης να δοθεί στην κατανάλωση τροφών πλούσιων σε ω3 λιπαρά οξέα καθώς είναι σημαντικά για την ανάπτυξη του εγκεφάλου και των ματιών του εμβρύου.

Οι ενεργειακές ανάγκες του τρίτου τριμήνου παρουσιάζουν μια αύξηση κατά 300-400 θερμίδες την ημέρα, ενώ αυξάνονται και οι ημερήσιες ανάγκες σε βιταμίνη C (από 85mg σε 95mg). Σε περίπτωση πολύδυμης εγκυμοσύνης ή καπνίστριας εγκύου κρίνεται απαραίτητη η χορήγηση συμπληρωμάτων καθώς η διατροφή δύναται να μην καλύπτει τις αυξημένες ανάγκες σε βιταμίνη C.

Αυξημένες καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι η ανάγκη πρόσληψης πρωτεϊνών, των βιταμινών του συμπλέγματος Β, της βιταμίνης C και D αλλά και ιχνοστοιχείων όπως  ο ψευδάργυρος, το ιώδιο και το μαγνήσιο. Η επαρκής καθημερινή τους πρόσληψη τους επιτυγχάνεται μέσω μιας  ισορροπημένης διατροφής ή μέσω  χορήγησης  συμπληρωμάτων.